Το βιβλίο της Αθηνάς Κακούρη «ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ»(α΄έκδοση 1998), είναι μια αστική τοιχογραφία της Πατρινής κοινωνίας του 1890 και της αγροτικής παραγωγής της σταφίδας μέχρι τη σταφιδική κρίση και τη χρεωκοπία. Πριμαρόλι ονομάζονταν το πλοίο που φόρτωνε τον πρώτο καρπό της παραγωγής για τα λιμάνια της Ευρώπης και της Αμερικής, προσδοκώντας καλύτερη τιμή στο πλαίσιο ενός υγιούς ανταγωνισμού που θα ανατρέψει η σταφιδική κρίση, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει μια σειρά αντιδράσεων και αλλαγών τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό αλλά και πολιτικό επίπεδο.
Το βιβλίο έχοντας στο εξώφυλλο τον πίνακα του Κ. Βολανάκη «Στην Αποβάθρα», τελειώνει με το πλοίο που φεύγει στα 1898 στην Αμερική φορτωμένο μετανάστες και αρχίζει με την περιγραφή της προετοιμασίας ενός αποκριάτικου χορού στα 1892 στο σπίτι του Κωνσταντίνου Παπαγιάννη στην πλατεία Γεωργίου της Πάτρας.Στο κάτω μέρος της πλατείας συνεδριάζει το Δημοτικό Συμβούλιο και έξω περιμένει ένα ετερόκλητο πλήθος την υπόσχεση μιας πρόσληψης ,ένα πλήθος που μπερδεύεται με τον κόσμο των δικαστηρίων του μεγάρου Γκρην, δικαστές, διαδίκους, χωροφυλάκους, μάρτυρες, φυλακισμένους, αργόσχολους, δικηγόρους, πελάτες και μέσα στο πλήθος ένα αγόρι ο Σωτήρης που ψάχνει τον Κωστή Φιλόπουλο, δικηγόρο, για να του ανακοινώσει εκ μέρους του Δημήτρη Γρηγορογιάννη, στο δικηγορικό γραφείο του οποίου απασχολείται κάνοντας θελήματα,την δημοπρασία στου Μπρεντάουερ. «Ο Φορολογούμενος» η εφημερίδα που σχολίαζε κάθε σημαντικό γεγονός της πόλης και κυρίως τα εμπορικά, θα έπρεπε να σχολιάσει και το θέμα αυτό αν και η πτώχευση ήταν μεθοδευμένη κατά την άποψη του Κωστή Φιλόπουλου.
Την ώρα του πλειστηριασμού ένας από τους πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας διαλέγει αναποφάσιστος ένα χαλί με τη βοήθεια του Τομ Γουντ, ενώ πλήθος εμπόρων, αστών, παλαιοπωλών, φτωχών αναζητούν αντικείμενα από το νοικοκυριό που δημοπρατείται. Πορσελάνες Κοπεγχάγης, κονσόλες, καθρέφτες, ένα όρθιο πιάνο, ζωγραφιστά δοχεία νυκτός από φαγιάντσα, κεντητά τραπεζομάντηλα, ένα νοικοκυριό στο δρόμο, βορά αρπακτικών ματιών που θέλουν να μεταπηδήσουν στον κόσμο των πλουσίων και συνετών αστών φίλων, που αγοράζουν τα αντικείμενα αξίας με την ελπίδα να τα επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες τους όταν φτιάξουν τα πράγματα και η ζωή γυρίσει στον παλιό της ρυθμό. Μέσα σ’ αυτό το πλήθος ο Σωτήρης, αγοράζει για δύο δραχμές ένα αχνοπράσινο ανθοδοχείο και δυο λουκουμάδες και επιστρέφει στο σπίτι της Μαριόγγας Μαρκέτου και της κόρης της Όλγας.
Η Καλλιόπη Σκούρκου, χήρα εδώ και έντεκα χρόνια,τριάντα ετών ετοιμάζεται κάτω από το βλέμμα της κόρης της Φρόσως για τον αποκριάτικο χορό.Είναι ντυμένη Σπανιόλα και περιμένει τον αδελφό της Δημήτρη Γρηγορογιάννη, δικηγόρο, να τη συνοδέψει στο χορό που έχει φέρει μια αναστάτωση ανεμελιάς στις αστικές οικογένειες της πόλης.
Η Άννα Ζίγκαλη παρατηρεί με έξαψη το κοστούμι ταυρομάχου που έχει παραγγείλει ο γιος της Κίμων για τον αποκριάτικο χορό.Το εργοστάσιό του δεν πάει καλά, ιδίως μετά το θάνατο του πατέρα του γεγονός που τον ανάγκασε να διακόψει τις σπουδές Ιατρικής στη Βιέννη και να επιστρέψει στην Πάτρα. Η αδελφή της μητέρας του Μέλπω Παπά, χήρα επίσης, δεν έχει παιδιά και έχει καλέσει κοντά της την Έλλη, δασκάλα, ανιψιά του άντρα της.Οι δύο αδελφές προσδοκούν στο γάμο της ορφανής Έλλης με τον Κίμωνα για να διατηρηθεί η παλιά τάξη πραγμάτων αλλά ο Κίμων έχει αποφασίσει να διεκδικήσει την αδελφή του φίλου του Δημήτρη, την Καλλιόπη. Στον αποψινό χορό η Έλλη θα ντυθεί τσιγγάνα.
Ο Διονύσης Μαρκέτος, είναι σταφιδέμπορος, ποδηλάτης και αδελφός του άντρα της Μαριόγγας που εγκατέλειψε την οικογένειά του και ζει στο εξωτερικό. Ο Μαρκέτος προβληματισμένος για την κρίση της σταφίδας και τη διάσταση του προβλήματος της φτώχειας, ονειρεύεται τη μόρφωση των παιδιών και τη λύση του σταφιδικού που ελπίζει να συζητήσει στο χορό. Είναι ντυμένος με φράκο και ψηλό καπέλο. Ο Μαρκέτος διαφωνεί με την πρόταση της «παρακράτησης», εναντιώνεται στη μονοκαλλιέργεια και την αμάθεια, στη δράση των τοκογλύφων και η συζήτηση στο αστικό σπίτι με τα άλλα πρόσωπα, ηχεί ρεαλιστικά επίκαιρη τηρουμένων των αναλογιών.Εκεί θα συναντήσει την Έλλη και το πεπρωμένο θα ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο των συζητήσεων, των υπεκφυγών, των παρεξηγήσεων , μέχρι τα δύο αυτά μυθιστορηματικά «προσωπεία» συναντήσουν τη μοίρα τους.
Ο χορός σε περίοδο οικονομικής κρίσης προκαλεί αντιφατικά σχόλια και συζητείται με πάθος η χρησιμότητά του, οι λεπτομέρειες της διοργάνωσης, τα πρόσωπα που πήραν μέρος, τα φορέματα, τα φαγητά, οι χοροί, αλλά όλα αυτά μετά την αναγγελία των αρραβώνων του Κίμωνα Ζίγκαλη με την Καλλιόπη Σκούρκου την ώρα που άνοιγαν οι σαμπάνιες, ακριβώς μεσάνυχτα.
Ανάμεσα σε αυτά τα πρόσωπα θα μπλεχτούν αριστουργηματικά τα νήματα του μυθιστορήματος με τρόπο ρεαλιστικό,προκαλώντας το ζωηρό ενδιαφέρον της εξέλιξης της δράσης. Η συγγραφέας Αθηνά Κακούρη, με έξυπνη τεχνική, επιβράδυνσης, πολλαπλών διηγήσεων, πολυεπίπεδων αναγνώσεων, δημιουργεί μια τοιχογραφία της αστικής ζωής της Πάτρας με πολλούς κοινωνικούς τύπους που παρουσιάζονται στη φαντασία του αναγνώστη με λεπτομέρεια στις αντιδράσεις συμπεριφοράς και κινήτρων.Η αστική ζωή και η αγροτική κοινωνία περιγράφονται σχεδόν κινηματογραφικά , με τέχνη, ρυθμό και ένταση. Οι περιγραφές του τοπίου, των προσώπων, τα ενδιαφέροντα, οι ρεαλιστικοί διάλογοι, ο καλλιεργημένος τόνος της καθαρεύουσας, δίνουν ανάγλυφα την κοσμοπολίτικη όψη της πόλης που διασκεδάζει με Ευρωπαϊκή μουσική, μετακινείται με άμαξες και τρένο στην εξοχή, ασχολείται με τα σπορ. Οι δύο γάμοι και οι δύο θάνατοι, πυροδοτούν γεγονότα που κορυφώνουν τη δράση και τις αντιδράσεις των ηρώων. Διακρίνεις το χαμόγελο της συγγραφέως που έπλασε ζωηρούς χαρακτήρες ,στη δίνη μιας εποχής που αλλάζει. Η μορφωμένη αστική τάξη και ο αγροτικός κόσμος, η τάξη των σταφιδεμπόρων, οι τοκογλύφοι, οι έμποροι,οι ξένοι, οι πολιτευτές, γυναίκες, παιδιά, υπηρέτες στην αντιπαράθεση και στον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης που περιγράφεται με πολιτική διάσταση και μακροχρόνιες συνέπειες. Η συγγραφέας αγαπά τους ήρωές της και τα κίνητρά τους εξηγούνται στη διαπλοκή της ιστορίας με σαφήνεια και αποστασιοποιημένη ματιά, γεγονός που αφήνει στον αναγνώστη την αναπνοή της σκέψης. Υστερόβουλες πράξεις εκμετάλλευσης του αδύναμου, γενναίες αποφάσεις, περηφάνεια, φιλότιμο, αγώνας προσωπικός και συλλογικός για την επικράτηση του δικαίου, νεοπλουτισμός, κυνήγι του χρήματος, μοιρολατρία και αδυναμία διεκδίκησης, συλλαλητήρια, χρεωκοπία, πολιτικές αντιπαραθέσεις οδηγούν το μίτο του πεπρωμένου στην επικράτηση εν τέλει του καλού στο δύσβατο δρόμο της αρετής και της αυτογνωσίας.
Η μόρφωση, ο αγώνας, τα ευγενικά αισθήματα είναι μερικά από τα όπλα μιας κοινωνίας που στέλνει στην Αμερική τα νεαρά μέλη της με το «Μάρθα Ουάσινγκτον» και την ευχή «Έχει ο Θεός», στο κεντημένο κλαδάκι αμυγδαλιάς σε ουρανί ατλάζι, δώρο της Μαριόγγας, που ο ήρωας του μυθιστορήματος Σωτήρης ανοίγει στη μέση του Ατλαντικού. Ευχή μιας εποχής,ενός βασανισμένου τόπου,ευχή ενός λαού που έχει στο αίμα του το πολυμήχανο μάτι του «Οδυσσέα». Το βλέμμα του Οδυσσέα!
Πριμαρόλια Αθηνά Κακούρη Μυθιστόρημα Εστία
|