Νοτιάς
Είδος: Δράμα, Κωμωδία
Παραγωγής: 2016
Διάρκεια: 98
Χώρα: Ελλάδα
Σκηνοθεσία: Τάσος Μπουλμέτης
Σενάριο: Τάσος Μπουλμέτης
Ηθοποιοί: Xαρά Μάτα Γιαννάτου, Αργύρη Ξάφη, Γιάννης Νιάρρος, Γιώργος Βουρδαμής, Δημήτρης Ήμελλος, Ερρίκος Λίτσης, Θέμης Πάνου, Μαρία Καλλιμάνη, Μελισσάνθη Μάχουτ, Όμηρος Πουλάκης, Ταξιάρχης Χάνος, Φοίβος Ταραμπίκος
Πρεμιέρα: 14-1-2016
Δεκατρία χρόνια μετά την σαρωτική επιτυχία της «ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Κουζίνας», ο Τάσος Μπουλμέτης, επανέρχεται στα κινηματογραφικά δρώμενα με μια τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης, στο ίδιο ύφος με την ταινία που τον καθιέρωσε στο ελληνικό σινεμά.
Κεντρικός του ήρωας ο Σταύρος, ένας χαρισματικός νεαρός με ζωηρή φαντασία που από τα παιδικά του χρόνια αρέσκεται στο να «διασκευάζει» τόσο την ιστορία όσο και την καθημερινότητα του προσθέτοντας τις δικές του σουρεαλιστικές του πινελιές. Ο φακός του σκηνοθέτη, τον ακολουθεί όσο εκείνος ενηλικιώνεται και ανακαλύπτει τον εαυτό του μέσα από τα δυο μεγαλύτερα πάθη του, τον έρωτα και τον κινηματογράφο. Παράλληλα μέσα από τα μάτια του, παρακολουθούμε μια Ελλάδα που αλλάζει ραγδαία από τα χρόνια της χούντας, μέχρι την μεταπολίτευση και την άνοδο του σοσιαλισμού.
Αν και η «ιδιαιτερότητα» του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα να μπλέκει την φαντασία με την πραγματικότητα, μοιάζει με δάνειο από το “Big Fish” του Tim Burton, ο Μπουλμέτης προτιμά να κρατήσει την ιστορία του γειωμένη στις ρεαλιστικές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες του τόπου και της εποχής που διαδραματίζεται, παρά να ξεστρατίσει προς το σινεμά του φανταστικού. Ξεκάθαρη πρόθεση του, να αναπαράγει το νοσταλγικό ύφος και την αισθητική ταινιών όπως το «Σινεμά ο Παράδεισος», πράγμα που αναμφίβολα πετυχαίνει, τόσο γιατί ο ίδιος παίζει στα δάχτυλα το συγκεκριμένο στυλ, όσο και γιατί πάλι συγκεντρώνει μια πλειάδα από ικανότατους ηθοποιούς και συντελεστές που στέκονται πολύτιμοι αρωγοί στο όραμα του.

Το πρόβλημα όμως με τον «Νοτιά» προκύπτει στο σενάριο, που φαίνεται να μην διαθέτει ένα ευκρινές κέντρο βάρους, που θα κάνε την συγκίνηση πιο στέρεα και πιο αυθεντική. Το νοσταλγικό ύφος, η ατμόσφαιρα και τα σκηνοθετικά ευρήματα αντί να εξυπηρετούν την δραματουργία, μοιάζουν να εξυπηρετούνται από αυτή, κάνοντας την να φαίνεται κατακερματισμένη και συνολικά ισχνή. Κι ενώ οι περιφερειακοί χαρακτήρες είναι όλοι καλογραμμένοι και τρισδιάστατοι, οι σχέσεις τους με τον πρωταγωνιστή δεν εξερευνούνται στο απαιτούμενο βάθος, αφήνοντας τον ίδιο χωρίς αιχμές και περιορισμένο στον άχαρο ρόλο του παρατηρητή και του συνδετικού κρίκου.
Ταυτόχρονα ενώ το χωροχρονικό πλαίσιο είναι φορτισμένο πολιτικά ο σκηνοθέτης επιλέγει να στρογγυλέψει όλες τις γωνίες του, αφήνοντας διακριτικά στο background τέτοιου είδους αναφορές . Αν αυτό όμως στο πρώτο μέρος που ο ήρωας μας είναι παιδί αποτελεί μια σοφή και λειτουργικότατη επιλογή, στο δεύτερο μέρος που το κοινωνικοπολιτικό φόντο μετατοπίζεται αισθητά στο προσκήνιο, θα περιμέναμε να κουμπώσει πιο δυναμικά στην πλοκή, όπως ακριβώς συνέβη στην «ΠΟΛΙΤΙΚΗ Κουζίνα». Σαφώς ένας δριμύτερος πολιτικός σχολιασμός δεν είναι το ζητούμενο από μια τέτοια ταινία, δεδομένου όμως ότι η σημερινή ελληνική παρακμή έχει βαθιές ρίζες σε ‘κείνη την περίοδο, μια έστω και υπαινικτική σύνδεση με το παρόν θα μπορούσε να κάνει τον «Νοτιά» πιο επίκαιρο και πιο αναγκαίο για τον ελληνικό κινηματογράφο του 2016. Φυσικά αυτό θα στερούσε κάτι από την αβίαστη αισιοδοξία του, που ενδεχομένως να είναι εξίσου αναγκαία για μια άλλη μερίδα κοινού.
Κατά τα άλλα ο «Νοτιάς» διαθέτει καλές προθέσεις, ροή, τεχνικά άρτια εκτέλεση σε όλους τους τομείς (με μια μικρή εξαίρεση τα ανεπαρκή ψηφιακά εφέ του), μπόλικη καρδιά κι ένα χιούμορ που θα συγκινήσει κυρίως το μεγαλύτερο ηλικιακά κοινό. Το πιο μεγάλο ατού του ωστόσο παραμένει η διεύθυνση των ηθοποιών και οι συγκρατημένα σπιρτόζικες ερμηνείες τους, που διασώζουν την γραφικότητα κάποιων διαλόγων. Ξεχωρίσαμε την μεστή παρουσία του Θέμη Πάνου, την αξιολάτρευτη μητρική φιγούρα που έπλασε η Μαρία Καλλιμάνη και την σπινθηροβόλα ενέργεια της Μελισσάνθης Μάχουτ.
http://cinefreaks.gr/